Ο Ανδρέας Γ. Παπανδρέου γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου 1919 στην Χίο και απεβίωσε σαν
σήμερα, 23 Ιουνίου του 1996. Διετέλεσε
πρωθυπουργός τις περιόδους 1981-1989 και 1993-1996.
Μεγάλωσε στην Αθήνα και φοίτησε στο Κολλέγιο Αθηνών. Σε ηλικία
δεκαπέντε ετών, ίδρυσε το Μαρξιστικό περιοδικό «Ξεκίνημα», όπου και δημοσίευσε
πολλά άρθρα για το Σοσιαλισμό. Η «Εστία», η πιο σημαντική τότε εφημερίδα της
Δεξιάς παράταξης, αντέδρασε απαιτώντας τον εξοβελισμό του νεαρού Ανδρέα
Παπανδρέου από την ελληνική κοινωνία γιατί «θα καθίστατο επικίνδυνος για τη
χώρα». Το Υπουργείο Παιδείας διέταξε
ανακρίσεις και οι «παρεκτραπέντες» μαθητές τιμωρήθηκαν με διαγωγή «επίμεμπτο»
στο ενδεικτικό τους.
Το 1937 εισήλθε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά το
1939, μετά τη σύλληψή του από το καθεστώς Μεταξά, αναχώρησε για τις Η.Π.Α.,
όπου συνέχισε τις σπουδές του. Από την επιστροφή του στην Ελλάδα το 1961 και ως
την επιβολή της δικτατορίας, ο Ανδρέας
Παπανδρέου είχε καταγγείλει το τότε σύστημα εξουσίας (παρακράτος, συνωμοτικές
οργανώσεις, οικονομικά συμφέροντα) στεκόμενος ιδιαίτερα στην τρομοκράτηση της
επαρχίας από τη Χωροφυλακή και τα ΤΕΑ (Τάγματα Εθνοφυλακής Αμύνης), ξεκινώντας
την κόντρα του με τα παλιά τζάκια για τα οποία και είχε δηλώσει ότι πρέπει να
ξηλωθούν οριστικά και αμετάκλητα. Παράλληλα, σε πολύ μικρό διάστημα γίνεται ο
δημοφιλέστερος Έλληνας πολιτικός, παρά τις συνεχείς επιθέσεις μερίδας του
Τύπου. Εκλέχτηκε βουλευτής για πρώτη
φορά το 1964 με την Ένωση Κέντρου. Μετείχε στην κυβέρνηση του πατέρα του,
Γεωργίου Παπανδρέου, αρχικά ως Υπουργός Προεδρίας και λίγο αργότερα ως
αναπληρωτής Υπουργός Συντονισμού. Στις 25 Απριλίου του 1965 γίνεται ξανά
αναπληρωτής Υπουργός Συντονισμού, ενώ ένα μήνα αργότερα κατηγορήθηκε ως
εμπνευστής και αρχηγός στην υπόθεση «ΑΣΠΙΔΑ» και στο συνωμοτικό Σχέδιο Ελικών. Ήδη
από εκείνα τα ταραχώδη χρόνια (1965-1967) ο Ανδρέας Παπανδρέου κερδίζει την
αγάπη της μεγάλης πλειοψηφίας των πρώην ΕΑΜιτών και ΕΛΑΣιτών που θα συνεχίσουν
να τον στηρίζουν ως το τέλος, αλλά οι σχέσεις του με την ηγεσία της Αριστεράς
χαρακτηρίζονται από αμοιβαία καχυποψία.
Με το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου του 1967, ο Ανδρέας Παπανδρέου
συλλαμβάνεται αλλά αφήνεται ελεύθερος τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου μετά από
έντονες πιέσεις και διαμαρτυρίες κορυφαίων ακαδημαϊκών και διανοούμενων των
Ηνωμένων Πολιτειών προς τον Πρόεδρο Λίντον Τζόνσον. Στις 16 Ιανουαρίου του 1968 φεύγει από τη χώρα και ιδρύει το Πανελλήνιο
Απελευθερωτικό Κίνημα (Π.Α.Κ.), επικεφαλής του οποίου έδρασε αντιδικτατορικά σε
πολλές δυτικές χώρες, και στο οποίο συσπειρώνονται πολλά από τα μετέπειτα
γνωστά στελέχη του ΠΑ.ΣΟ.Κ. Έδρα του Π.Α.Κ. ήταν αρχικά η πρωτεύουσα της
Σουηδίας, Στοκχόλμη.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου αντιμετώπισε αρχικά με πολλή δυσπιστία τη
Μεταπολίτευση της 24ης Ιουλίου 1974 και έλαβε την απόφαση να επιστρέψει στην
Ελλάδα μόλις στα μέσα Αυγούστου. Αμέσως όμως δραστηριοποιήθηκε με αποτέλεσμα
μέσα σε λίγες μόνο εβδομάδες να παρουσιάσει τις θέσεις του για την ίδρυση ενός
νέου κόμματος. Στις 3 Σεπτεμβρίου του
1974, σε μία από τις αίθουσες του ξενοδοχείου «Kινγκ Πάλας», ο Ανδρέας Παπανδρέου ανακοίνωσε την ίδρυση
του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος με τη γνωστή «Διακήρυξη της 3ης του
Σεπτέμβρη», όπως έχει επικρατήσει να λέγεται από τότε. Στη διακήρυξη
αναγράφονταν οι λόγοι ίδρυσης και οι βασικές θέσεις του κινήματος οι οποίες συμπυκνώνονται
στο τρίπτυχο «Εθνική Ανεξαρτησία - Λαϊκή Κυριαρχία - Κοινωνική Απελευθέρωση».
Ύστερα από δύο εκλογικές αναμετρήσεις, το 1981 ήταν η χρονιά που το
ΠΑΣΟΚ κέρδισε τις εκλογές με ποσοστό 48,1% και ο Ανδρέας Παπανδρέου έγινε για
πρώτη φορά πρωθυπουργός της χώρας. Η κυβερνητική αυτή μετάβαση χαρακτηρίστηκε
τόσο πριν όσο και μετά τις εκλογές ως «Αλλαγή», με την έννοια ότι μετά από μια
μακρά περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τη δεξιά ήρθε στην εξουσία ένα κόμμα που
βασιζόταν στις αρχές του σοσιαλισμού. Η προεκλογική εκστρατεία του Α.
Παπανδρέου στηρίχτηκε σε συνθήματα όπως «Εδώ και τώρα αλλαγή» και «Η Ελλάδα
στους Έλληνες», ενώ ο ίδιος καλλιέργησε το προφίλ του πολιτικού που βρισκόταν
σε άμεση επαφή και επικοινωνία με τα λαϊκά στρώματα· συνήθως προσφωνούνταν, από
φίλους και αντίπαλους, με το μικρό του όνομα, «Ανδρέας».
Το σύνθημα της «αλλαγής» και το τρίπτυχο «Εθνική Ανεξαρτησία, Λαϊκή
Κυριαρχία και Κοινωνική Απελευθέρωση» συσπείρωσε γύρω από τον Ανδρέα Παπανδρέου
και το κίνημά του ένα ευρύτατο φάσμα πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων που δεν
εμφορούνταν πάντοτε από κοινές πεποιθήσεις. Κατά την περίοδο της διακυβέρνησης Παπανδρέου επιδιώχθηκε η εθνική
συμφιλίωση, αναγνωρίστηκε από το επίσημο κράτος το ΕΑΜ ως οργάνωση της Εθνικής
Αντίστασης και τα δικαιώματα των αγωνιστών του, ενώ πολτοποιήθηκαν οι φάκελοι
φρονημάτων που διατηρούσε η Ασφάλεια για πολλούς από αυτούς. Σκοπός αυτής
της απόφασης ήταν εν μέρει και ο επαναπατρισμός πολλών Ελλήνων πολιτικών
προσφύγων από την Εποχή του Εμφυλίου. Κατά τη διάρκεια της θητείας του
λειτούργησαν κατά τόπους παραρτήματα της Ένωσης Γυναικών Ελλάδας. Επίσης,
ενοποιήθηκαν τα Σώματα Ασφαλείας, Χωροφυλακή και Αστυνομία Πόλεων και από τη
συγχώνευσή τους δημιουργήθηκε η σημερινή Ελληνική Αστυνομία. Η κατάργηση ιδιαίτερα της Χωροφυλακής
έγινε δεκτή με πρωτοφανή αισθήματα ανακούφισης από τους αριστερούς πολίτες,
καθώς είχε ταυτιστεί με τις αυταρχικές πρακτικές των κυβερνήσεων της δεξιάς, εξ
ου και ο διαδεδομένος «φόβος του χωροφύλακα».
Επίσης επί δικής του διακυβέρνησης ψηφίζεται το δεύτερο νομοσχέδιο που
αφορά αποκλειστικά την παιδεία, στο οποίο μεταξύ άλλων, κατοχυρώνεται το αυτοδιοίκητο των ελληνικών Πανεπιστημίων, τα οποία
αποτελούν πλέον πλήρως αυτοδιοικούμενα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και η
εποπτεία τους ασκείται από τον εκάστοτε Υπουργό Παιδείας. Ωστόσο, άρθρο ορόσημο
στο νόμο αυτό αποτελεί η επίσημη και καθολική κατοχύρωση του ακαδημαϊκού
ασύλου. Ενός ασύλου που διασφαλίζει την ελεύθερη και απαρακώλυτη έκφραση και
διακίνηση απόψεων, ιδεών και ιδεολογικών προταγμάτων. Ενός ασύλου που δε
μετατρέπει απλά τους πανεπιστημιακούς χώρους σε άβατα για την αστυνομία και το
νόμο, προβλέποντας την επέμβαση της δημόσιας δύναμης σε περιπτώσεις αυτόφωρων
εγκλημάτων ή κατόπιν πρόσκλησης από τις αρμόδιες αρχές του εκάστοτε ιδρύματος. Ενός πραγματικού καταφυγίου της
δημοκρατικής ελεύθερης έκφρασης που τόση ανάγκη είχαν οι ένδοξοι αγωνιστές του
πολυτεχνείου εννέα χρόνια πριν και είναι αδιαμφισβήτητα απαραίτητο και στις
μέρες μας με αυτή την ουσιαστική λειτουργία του.
Η οικονομική πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου κυμαινόταν στα ίδια
πλαίσια. Οι μισθοί αυξήθηκαν κατά 26 % ενώ έγιναν και πολλές προσλήψεις στον
δημόσιο τομέα. Χαρακτηριστική είναι επίσης η μείωση του πληθωρισμού, καθώς το
ΠΑΣΟΚ παρέλαβε τον Οκτώβριο του 1981 πληθωρισμό της τάξης του 24,2% και
παρέδωσε τον Ιούνιο του 1989 πληθωρισμό στο 13,1%. Μεγάλες αλλαγές έφερε στο
δημόσιο και οι εθνικοποιήσεις επιχειρήσεων όπως η ΛΑΡΚΟ και η ΠΥΡΚΑΛ, τα
τσιμέντα ΑΓΕΤ-ΗΡΑΚΛΗΣ, η Ελληνική Χαλυβουργία, τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά, η
Πειραϊκή-Πατραϊκή και η πολυεθνική ΕΣΣΟ-Πάππας. Παρ’ όλες τις θετικές αλλαγές
που έφερε στην Ελλάδα, η κυβέρνηση Παπανδρέου κατηγορήθηκε για σημαντική αύξηση
των δημοσίων δαπανών και του δημοσίου χρέους. Πιο συγκριμένα οι δημόσιες
δαπάνες ως ποσοστό του Α.Ε.Π. ήταν 30% το 1980 και άνω του 50% το 1990. Επίσης,
το χρέος της χώρας ανέβηκε από 40% του Α.Ε.Π. το 1980, σε 80% του ΑΕΠ το 1990.
Ο ίδιος υποστήριξε ότι το χρέος ήταν εύκολα διαχειρίσιμο και χρηματοδοτίσιμο γιατί
σε πολύ μεγάλο βαθμό (80%) ήταν εσωτερικό, και όχι εξωτερικό. Επιπλέον, το
όνομα του Ανδρέα Παπανδρέου εμπλέκεται σε ένα από τα μεγαλύτερα οικονομικά
σκάνδαλα στην ιστορία της Ελλάδας, το σκάνδαλο Κοσκωτά. Η κυβέρνηση Παπανδρέου
πέφτει και ο ίδιος οδηγείται στο Ειδικό Δικαστήριο, το οποίο και τον αθωώνει. Ωστόσο, ο Παπανδρέου αναλαμβάνει τις
πολιτικές του ευθύνες-απορρίπτοντας ωστόσο όλες τις ποινικές κατηγορίες. Όχι
μόνο γιατί στην περίοδο που δραστηριοποιήθηκε ο Γ. Κοσκωτάς ήταν πρωθυπουργός,
αλλά και διότι η κυβέρνησή του δεν κατόρθωσε να εμποδίσει την οικονομική
αναρρίχηση ενός ανθρώπου χωρίς επιφάνεια, που αποδείχθηκε εκ των υστέρων
απατεώνας.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου ως προεκλογικά συνθήματα χρησιμοποίησε το 1981 τα
«έξω από το ΝΑΤΟ», «έξω από την Ε.Ο.Κ.» . Ένα ακόμα σύνθημα εναντίον της Ε.Ο.Κ.
που είχε χρησιμοποιήσει το ΠΑ.ΣΟ.Κ. ήταν «Ε.Ο.Κ., ο λάκκος των λεόντων». Λίγους
μήνες μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας κατέθεσε μνημόνιο στην
Ε.Ο.Κ. με το οποίο ουσιαστικά ζήτησε την επαναδιαπραγμάτευση των όρων ένταξης
της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Η πρότασή του απορρίφθηκε κατά το
σκέλος των ειδικών προνομίων, όμως έγινε τελικά δεκτό το σκέλος της οικονομικής
ενίσχυσης που οδήγησε στα Μ.Ο.Π.
Η εξωτερική του πολιτική χαρακτηρίστηκε από την υποστήριξη στον
λεγόμενο «αδέσμευτο κόσμο», στον οποίο θεωρούσε ότι ανήκει η Ελλάδα, και από
ρητορική ενάντια στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό. Αυτή η στάση του βοήθησε πολύ
τη χώρα, αυξάνοντας τη σημασία της στις διεθνείς σχέσεις, ενώ έδειχνε και στους
δυτικούς συμμάχους ότι η συμμόρφωση των Ελλήνων στις υποδείξεις τους δεν ήταν
πλέον δεδομένη. Οι κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου μετά το 1981 ήταν οι
πρώτες της μεταπολεμικής Ελλάδας που διαμόρφωσαν τη στρατηγική Εθνικής Άμυνας
της χώρας με βάση κυρίως τις ελληνικές ανάγκες, και όχι τις ΝΑΤΟϊκές
(αμερικανικές).
Τη δεκαετία του '80 η
ελληνική κοινωνία άλλαξε ριζικά, και οι κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου είχαν
κορυφαίο ρόλο σε αυτό τον μετασχηματισμό. Οι αλλαγές
ήταν βαθύτερες και πιο ριζοσπαστικές στην επαρχία, και όχι τόσο στην Αθήνα,
κάτι που εξηγεί και την καλύτερη επίδοση του ΠΑΣΟΚ εκεί. Σχεδόν αμέσως μετά το 1981, η επαρχία απαλλάχτηκε οριστικά και
αμετάκλητα από τον "φόβο του χωροφύλακα", η θέση των γυναικών
βελτιώθηκε πολύ, δημιουργήθηκαν πολιτιστικά και αθλητικά σωματεία σε όλη τη
χώρα με την ενεργό στήριξη της Μελίνας Μερκούρη, ενώ το Εθνικό Σύστημα Υγείας
του Γιώργου Γεννηματά έφερε για πρώτη φορά σύγχρονη ιατρική περίθαλψη σε πολλές
απομακρυσμένες περιοχές της χώρας, η ενδυνάμωση της τοπικής αυτοδιοίκησης
οδήγησε σε ένα πρωτοφανές επίπεδο λαϊκής συμμετοχής σε κοινωνικό-πολιτικά
θέματα, και οι κομματικές οργανώσεις του ΠΑΣΟΚ πολέμησαν και συχνά διέλυσαν την
ισχύ των παραδοσιακών μηχανισμών εξουσίας που στηρίζονταν συνήθως στα ισχυρά
"τζάκια" της κάθε περιοχής. Επίσης θεσμοθετήθηκαν ο πολιτικός γάμος,
η ισότητα των δύο φύλων, κατήργησε τον νόμο ‘περί τεντιμποϊσμού’, αντικατέστησε
3.000 νόμους συμπυκνώνοντας τους στον Φ.Π.Α. απλουστεύοντας την οικονομία και
σειρά άλλων ριζοσπαστικών και εκσυγχρονιστικών νομοθετημάτων.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου εκσυγχρόνισε την ελληνική κοινωνία ενώ το
μεγαλύτερο μέρος των σύγχρονων θεσμών
και δομών είτε δημιουργήθηκαν είτε
τέθηκαν οι βάσεις δημιουργίας επί δικών του κυβερνήσεων. Ήταν αδιαμφισβήτητα ένα
ηγετικό πρόσωπο της Νεότερης και όχι μόνο Ελληνικής ιστορίας. Σαν σήμερα έφυγε
ένας μεγάλος ηγέτης. Μια μέρα σαν σήμερα πριν 19 χρόνια ο μεγάλος και
χαρισματικός ηγέτης Ανδρέας Παπανδρέου αφήνει την τελευταία του πνοή. Αυτός
έφυγε αλλά το έργο του μένει, οι αρχές και οι αξίες του είναι ακόμα ζωντανές.
ΠΑΣΠ ΕΜΠ