03 Απριλίου 2017

Δόλος ή αφέλεια;

Τη φετινή ακαδημαϊκή χρονιά, σε κάποιες Σχολές του ΕΜΠ, γίναμε μάρτυρες της λυσσαλέας προσπάθειας ορισμένων μόνο σχημάτων της ΕΑΑΚ να πυροδοτήσουν συζητήσεις εντός των συλλόγων αναφορικά με ζητήματα βασισμένα σε ελλιπή ή και πολλές φορές μηδαμινά δεδομένα. Η απουσία οποιουδήποτε ηχηρού θέματος, που να αφορά άμεσα τους φοιτητές και που θα πυροδοτούσε αυτό καθ’εαυτό το κλίμα για Γενικές Συνελεύσεις και κινητοποιήσεις, οδήγησε σε ένα ρεσιτάλ κινδυνολογίας. Αφορμή στάθηκαν τόσο ένα σχέδιο νόμου από πλευράς Υπουργείου Μεταφορών, όσο και κάποιες ενδείξεις και συλλογισμοί – παραλογισμοί που οδηγούσαν στην μηδενιστική άποψη πως καταστρέφονται τα επαγγελματικά μας δικαιώματα και πως διαλύεται ο κλάδος των μηχανικών. Από τη μεριά μας, ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ, επιλέξαμε συνειδητά να μη λάβουμε μέρος σε αυτό τον όχλο των παραφιλολογιών και από μια αντικειμενική και κριτική σκοπιά να εξετάσουμε τις όποιες αλλαγές, με την αναλυτική μελέτη του νομοσχεδίου, και όχι απλά δίνοντας έμφαση σε 5 γραμμές από ένα ολόκληρο σχέδιο νόμου 45 σελίδων απορρίπτοντας το συνολικά.
Αναλύοντας, λοιπόν, όποιες αλλαγές και κατευθύνσεις από μία κριτική οπτική γωνία...
Είναι γεγονός πως το ζήτημα των επαγγελματικών δικαιωμάτων που αποκτούν οι απόφοιτοι όλων των σχολών του Πολυτεχνείου και κάθε πολυτεχνικής σχολής ανά την Ελλάδα, αποτελεί ένα αρκετά πολύπλοκο ζήτημα. Δύο είναι οι βασικοί άξονες σύμφωνα με τους οποίους θα πρέπει να καθορίζονται εν γένει τα επαγγελματικά δικαιώματα των μηχανικών, ανάλογα με τον κλάδο τους. Καταρχάς, στα επαγγελματικά δικαιώματα θα πρέπει να αποτυπώνεται ουσιαστικά το εκάστοτε πρόγραμμα σπουδών που παρακολούθησε και ολοκλήρωσε ο κάθε απόφοιτος μηχανικός πολυτεχνείου ή πολυτεχνικής σχολής, λαμβάνοντας υπόψιν τα μαθήματα, τα εργαστήρια, την πρακτική άσκηση και οτιδήποτε άλλο περιλαμβάνεται σε αυτό. Επιπλέον, θα πρέπει να διασφαλίζεται ο ενιαίος και αδιάσπαστος χαρακτήρας του πτυχίου που αποκομίζει ένας απόφοιτος μηχανικός, ώστε να αποφεύγονται φαινόμενα δημιουργίας αποφοίτων πολλών ταχυτήτων με διαφορετικά επαγγελματικά δικαιώματα, αλλά και προκειμένου να εξασφαλίζονται οι συλλογικές συμβάσεις και διεκδικήσεις από τους εκάστοτε κλάδους μηχανικών, στη βάση ενός ενιαίου πτυχίου.
Ωστόσο, η πρακτική δόμηση των επαγγελματικών δικαιωμάτων με βάση τη νομοθεσία, καθώς επίσης και η ισότητα των ευκαιριών σε επίπεδο αγοράς εργασίας, επιδέχεται μεγαλύτερης ανάλυσης...
Η από καιρό κατάταξη των μηχανικών και των επιχειρήσεων σε τάξεις, ώστε να διασφαλίζεται η πιστοποίηση των δημοσίων τεχνικών έργων και μελετών, και η καταγραφή τους σε μητρώα, προκειμένου να διασφαλίζεται η εγκυρότητα των πληροφοριών, οριοθετούν τα πλαίσια ανάληψης δημοσίων έργων έως σήμερα. Ωστόσο, στα ιδιωτικά έργα υπάρχει ένα καθεστώς το οποίο προβλέπει την ανάληψη τους από κάθε τυχαίο μηχανικό, ανεξαρτήτως μεγέθους του εκάστοτε έργου αλλά και εμπειρίας του μηχανικού, γεγονός που αναδεικνύει σοβαρά προβλήματα αδιαφάνειας και έλλειψης αξιοπιστίας αντίστοιχα στο σύνολο των ιδιωτικών τεχνικών έργων και μελετών.
Το πρόσφατο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Υποδομών «Διαδικασίες κεντρικού ελέγχου και διαφάνειας στο σύστημα παραγωγής δημοσίων και ιδιωτικών τεχνικών έργων και υποδομών, δομές στρατηγικού σχεδιασμού δημόσιων υποδομών και λοιπές διατάξεις» επανακαθορίζει τα εν λόγω πλαίσια, προσδίδοντας ένα αίσθημα διαφάνειας, το οποίο συνάδει με διαδικασίες που θα θέλαμε να βλέπουμε στο δημόσιο τομέα, εισάγοντας εργαλεία ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και ελέγχου. Πιο συγκεκριμένα, δημιουργεί για πρώτη φορά ένα ενιαίο ηλεκτρονικό σύστημα καταγραφής, παρακολούθησης και γενικής εποπτείας από την Πολιτεία όλων των τεχνικών έργων και μελετών, με αποτέλεσμα να μειώνονται δραστικά φαινόμενα αυθαίρετης δόμησης και φοροδιαφυγής.
Ωστόσο, μελετώντας το παρόν σχέδιο νόμου, και πιο συγκεκριμένα στο άρθρο 9, εντοπίζονται σημεία στις επιμέρους διατάξεις και άρθρα τα οποία γεννούν ερωτηματικά ως προς το τι ακριβώς προβλέπεται στην πρακτική εφαρμογή του, καθώς επίσης και ορισμένες παθογένειες:

  ü  Αναφορικά με τις κατηγορίες μελετών και έργων και τις τάξεις ανά κατηγορία, το τοπίο παραμένει θολό, καθώς δεν υπάρχει σαφές νομικό πλαίσιο, αλλά αναμένεται να οριστεί μελλοντικά. Είναι ανάγκη να κατανεμηθούν ορθολογικά τα έργα στις εκάστοτε κατηγορίες και τάξεις, καθώς επίσης και να οριστούν σαφώς τα όρια, ώστε να αποφεύγονται περαιτέρω φαινόμενα αδιαφάνειας.

  ü Ένα ακόμη μελανό σημείο στο υπό εξέταση σχέδιο νόμου αποτελεί η διαχείριση του μητρώου νομικών προσώπων – εταιρειών από το Υπουργείο Υποδομών, λόγω των πελατειακών λογικών διαπλοκής που μπορούν να αναπτυχθούν. Αξίζει να σημειωθεί πως μία τέτοια επιλογή δεν θα έπρεπε να περιλαμβάνεται στις αρμοδιότητες του Υπουργείου αλλά να πραγματοποιείται μέσω μηχανισμών που έχουν δημιουργηθεί γι’ αυτόν ακριβώς το σκοπό.
  ü  Επιπλέον, προβληματικό γεγονός αποτελεί η απουσία θέσπισης πλαισίων έτσι ώστε να ορίζονται δικλείδες ασφαλείας για τους ιδιώτες και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις απέναντι στους μεγάλους ομίλους ανάληψης έργων. Η ανάγκη αυτή υφίσταται ακόμα μεγαλύτερη σήμερα στη χώρα μας, όπου τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα μαστίζονται περισσότερο από την οικονομική κρίση, ενώ οι κοινωνικές διαφορές συνεχώς οξύνονται. Σε αυτό το πλαίσιο κρίνουμε απαραίτητη την ύπαρξη ρυθμίσεων που θα θέτουν τους κάτω περιορισμούς σε επίπεδο ανάληψης έργων έτσι ώστε να υπάρχουν ευκαιρίες προς όλους και να μη θίγονται οι μικρότερες επιχειρήσεις.
Το συγκεκριμένο Σχέδιο Νόμου, ωστόσο, απέχει αρκετά από την διαμόρφωση του σε ένα ολοκληρωμένο Νομοσχέδιο, το οποίο και θα προχωρήσει προς ψήφιση στη Βουλή. Τα ερωτήματα που γεννιούνται, λοιπόν, είναι αν αποτελεί αυτό το κυρίαρχο ζήτημα που απασχολεί το σύνολο των μηχανικών και αν υφίσταται λόγος για διεκδικήσεις βραχυπρόθεσμα. Από τη μία πλευρά, η μετέωρη φάση στην οποία βρίσκεται η νομοθετική πρωτοβουλία του Υπουργείου Μεταφορών, και από την άλλη τα θετικά σημεία που προκύπτουν από την παραπάνω ανάλυση του Σχεδίου Νόμου δεν δικαιολογούν στην παρούσα χρονική συγκυρία οποιαδήποτε κινηματική διεκδίκηση. Ωστόσο, είναι ανάγκη να επισημανθούν τα μελανά σημεία και να προταθούν οι αντίστοιχες κατευθύνσεις στα αντίστοιχα θεσμικά όργανα, παρά την παρέλευση του χρόνου διαβούλευσης, ώστε να αντιμετωπισθούν οι παθογένειες του σχεδίου νόμου, καθώς επίσης και να αντιμετωπιστούν τα δομικά προβλήματα στο αχανές σύστημα ανάθεσης δημοσίων και ιδιωτικών έργων, που το εν λόγω νομοθέτημα δεν επιλύει συνολικά.
Παράλληλα, το εν λόγω Σχέδιο Νόμου μπορεί να αντιμετωπίζει ορισμένα θέματα αδιαφάνειας, δεν αντιμετωπίζει, όμως, το βασικότερο όλων των προβλημάτων: τα τεράστια ποσοστά ανεργίας στους μηχανικούς, τα ολιγάριθμα έργα και η έλλειψη επενδύσεων. Αντίθετα, αποπροσανατολίζει την κοινή γνώμη από το σπουδαιότερο των προβλημάτων, ως μία κοινή, πλέον, τακτική της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Στα πλαίσια αυτά, θεωρούμε πως είναι αδήριτη η ανάγκη για μία επενδυτική δραστηριότητα, η οποία θα δώσει το έναυσμα προκειμένου η χώρα μας να ξεφύγει από το παραγωγικό και οικονομικό αδιέξοδο που έχει παγιδευτεί. Προϋπόθεση, όμως, της αύξησης της επενδυτικής δραστηριότητας είναι η δόμηση ισχυρών κρατικών δομών βασισμένες στον θεσμό της αξιολόγησης, με σαφώς μειωμένη γραφειοκρατία και ένα σταθερό φορολογικό και φοροελεγκτικό μηχανισμό που θα διαμορφώσει ένα υγιές επενδυτικό περιβάλλον.
Εν κατακλείδι, λοιπόν, από μία απλή ανάλυση των δεδομένων μπορεί κανείς να αντιληφθεί τον κινδυνολογία και την παραφιλολογία των συναδέλφων από τα σχήματα της ΕΑΑΚ, οι οποίοι επιχειρούν να μεταφράζουν με ένα δικό τους λεξιλόγιο το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο, διογκώνοντας την παραμικρή ενδεχόμενη παθογένεια. Ενδεικτικό είναι το γεγονός πως συγκεκριμένα μόνο σχήματα της ΕΑΑΚ επιλέγουν να εστιάσουν στο παρόν ζήτημα, και συνεπώς εκλείπει η φαινόμενη κοινή αποδοχή της παραπάνω κινδυνολογίας. Παράλληλα, ως πάγια τακτική που απορρέει από την ευθυνοφοβία που διακατέχει τους συναδέλφους των ΕΑΑΚ, δεν υπάρχει ουδεμία πρόταση στην κατεύθυνση της βελτίωσης του υπάρχοντος συστήματος ανάθεσης δημοσίων και ιδιωτικών έργων, παρά μόνο επαναστατικές φωνές που επιλέγουν να παρακάμψουν το πραγματικό πρόβλημα της έλλειψης έργων και επενδύσεων.
Πρόκειται, όμως, για αφέλεια ή για δόλο;
Από την πλευρά μας, ως ΠΑΣΠ ΕΜΠ, οφείλουμε να επισημάνουμε και να ανάγουμε σε κυρίαρχα ζητήματα τόσο την ανάγκη για άμεση αύξηση των επενδύσεων και των έργων στο σύνολο της επικράτειας, όσο και την ανάγκη για ρεαλιστικές λύσεις και προτάσεις από το σύνολο των πολιτικών ομάδων που θέλουν να έχουν λόγο και ρόλο σε μία νέα παραγωγική Ελλάδα.

ΠΑΣΠ ΕΜΠ